- χειροθήριο
- το, Ν(παλαιοντ.) ονομασία που αποδόθηκε σε εκλείψαντα τετραδάκτυλα και πενταδάκτυλα ζώα, αποτυπώματα τών ποδιών τών οποίων ανακαλύφθηκαν σε ψαμμιτικά πετρώματα τού τριαδικού.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. chirotherium].
Dictionary of Greek. 2013.